Το σκιουράκι και ο καλικάντζαρος

Κι αν πέρασαν τα Χριστούγεννα, εμείς επιμένουμε να περιμένουμε τα επόμενα!

Παρέα με ένα καλό σκιουράκι, ένα αθώο αγόρι και ένα καλικάντζαρο που βάλθηκε να κάνει σκανταλιές. 

 

Μια ιστορία για παιδιά

της Νικολέττας Ρεπάνη

 

 

Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ ένα δάσος μακρινό, έπεφτε χιόνι. Ήταν ένα όμορφο δάσος γεμάτο πεύκα και κυπαρίσσια. Εκεί που τελείωνε, ξεκινούσαν τα σπίτια ενός μικρού χωριού. Μικρά σπίτια, χτισμένα με πέτρα. Από τις καμινάδες των σπιτιών έβγαινε καπνός και μυρωδιές απλώνονταν από τα όμορφα γλυκά! Παραμονές Χριστουγέννων! Οι άνθρωποι γιόρταζαν! Φορούσαν τα καλά τους! Μαζευόταν η κάθε οικογένεια σε ένα σπίτι: παππούς, γιαγιά, κόρη, γιός, εγγονή, εγγονός. Φτωχικά τα γεύματα, μα η ζεστασιά της Αγάπης πλούσια αγκάλιαζε τις ψυχές.

Πολλές φορές όταν το χιόνι ήταν πυκνό και σκέπαζε τα πάντα, κατέβαιναν στο χωριό ζώα του δάσους ψάχνοντας λίγη τροφή, όπως σκίουροι και ελάφια. Οι χωρικοί τα τάιζαν με σπόρους και ψωμί.

Ένα σκιουράκι άκουσε έναν παράξενο όμορφο ήχο που ερχόταν από ένα ανοιχτό παράθυρο. Άρχισε να τρέχει πάνω στα κλαριά των δέντρων. Σταματούσε, κοίταζε αριστερά δεξιά, να καταλάβει από πού ερχόταν ο ήχος και στο τέλος πήδηξε σε μια στέγη και έφτασε στο παράθυρο της σοφίτας που υπήρχε εκεί. Κοίταξε προσεκτικά και κάπως περίεργο από το παράθυρο και είδε ένα μικρό αγόρι. Το αγόρι κρατούσε στα χέρια του ένα μικρό καλάμι με πολλές τρύπες, το έβαζε στο στόμα του και έπαιζε πολύ ωραία μουσική. Τόσο πολύ του άρεσε του μικρού σκίουρου, που ξέχασε το φαΐ και το χιόνι. Κουλουριάστηκε μέσα στη χνουδωτή ουρά του και ακούγοντας έτσι, αποκοιμήθηκε. Κάποια στιγμή, το αγόρι σταμάτησε να παίζει. Σηκώθηκε λοιπόν να κλείσει το παράθυρο. Το χιόνι είχε σταματήσει να πέφτει και μέσα στη νύχτα, φαίνονταν καθαρά όλα τα αστέρια του ουρανού. Το παιδί ...


ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ το υπόλοιπο κέιμενο Συνδεθείτε ή Εγγραφείτε παρακάτω

Σύνδεση     Εγγραφή